Μέρος της γοητείας της Pilea peperomioides είναι και η ιστορία της για το ασυνήθιστο και μυστήριο ταξίδι της από το μέρος καταγωγής της, το Yunnan της Κίνας στην Ευρώπη και ακόμα πιο πέρα, που οφείλετε στα μοσχεύματα που μετακινήθηκαν από χέρι σε χέρι.
Ένα Ταξίδι από την Κίνα στην Ευρώπη
Το φυτό συλλέχθηκε για πρώτη φορά από τον George Forrest το 1906 και 1910, στο ‘Cang Mountain range’ της περιοχής Yunnan στη νότια Κίνα.
Το 1945 το είδος αυτό ανακαλύφθηκε ξανά από το Νορβηγό εξερευνητή Agnar Espegren που ζούσε με την οικογένεια του στην περιοχή Hunan.
Κάποια στιγμή ταξίδεψε στο Kumming της περιοχής Yunnan όπου έμεινε για μία εβδομάδα. Εκεί απέκτησε ένα τέτοιο φυτό (πιθανότατα από κάποιο τοπικό μαγαζί) και το έφερε μαζί με την οικογένεια του στην Καλκούτα όπου έμειναν για περίπου ένα χρόνο.
Η οικογένεια Espegren επέστρεψε πίσω στη Νορβηγία το Μάρτιο του 1946 μαζί με το φυτό που ήταν ακόμα ζωντανό. Εκεί ο Espegren ταξίδεψε σε διάφορα μέρη της Νορβηγίας και μοίρασε μικρά τέτοια φυτά που είχαν αναπτυχθεί στη βάση του αρχικού φυτού, σε φίλους. Με τον τρόπο αυτό το φυτό διαδόθηκε στη Νορβηγία και τη Σουηδία.
Ολόκληρη όμως η ιστορία ήταν μέχρι πρόσφατα άγνωστη στους βοτανολόγους.
Ένα διάσημο αλλά μυστήριο φυτό
Η πιλέα έγινε αρκετά γνωστή τις δεκαετίες του ’60 και ’70, ιδιαίτερα στην περιοχή του Λονδίνου (υπήρχε στο βασιλικό κήπου ‘Kew Gardens’ και στον βοτανικό κήπο ‘RHS Garden του Wisley’, καθώς και στο Εδιμβούργο.
Ερασιτέχνες κηπουροί συνέχιζαν να το πολλαπλασιάζουν αλλά οι ειδικοί επιστήμονες δεν είχαν ξεκάθαρη εικόνα για το φυτό αυτό.
Πρόοδος στην αναγνώριση του έγινε το 1978 όταν ο D. Walport έστειλε μερικά φύλλα και αρσενική ταξιανθία στο Kew. Τα φύλλα παρέπεμπαν σε συγκεκριμένα είδη Peperomia της οικογένειας Piperaceae, ενώ τα αρσενικά άνθη στην οικογένεια Urticaceae.
Στο τέλος και μετά από έρευνα του βοτανολόγου Wessel Marais ανακαλύφθηκε ότι το φυτό ήταν ένα κινέζικο είδος Πιλέας που είχε ονομαστεί το 1912 από τον Γερμανό βοτανολόγο Friedrich Diels σαν ‘Pilea peperomioides’.
Στο τέλος και μετά από έρευνα του βοτανολόγου Wessel Marais ανακαλύφθηκε ότι το φυτό ήταν ένα κινέζικο είδος Πιλέας που είχε ονομαστεί το 1912 από τον Γερμανό βοτανολόγο Friedrich Diels σαν ‘Pilea peperomioides’.
Τα επόμενα χρόνια καινούργια δείγματα του φυτού από διάφορες περιοχές της Μεγάλης Βρετανίας στάλθηκαν για αναγνώριση στο Εδιμβούργο. Έγινε γνωστό ότι πολλοί άνθρωποι είχαν το φυτό αυτό στο σπίτι τους, δίνοντας μοσχεύματα του σε φίλους ή πουλώντας το στις αγορές.
Ανακαλύπτοντας τις ρίζες του
Σε μία προσπάθεια να εξηγηθεί πως και πότε το φυτό αυτό έφτασε από το Yunnan στην Ευρώπη, ο Robert Pearson δημοσίευσε ένα άρθρο στη εφημερίδα ‘Sunday Telegraph’ τον Ιανουάριο του 1983, ρωτώντας το Kew Gardens αν κάποιος έχει πληροφορίες για την εισαγωγή του είδους στη Μεγάλη Βρετανία.
Από τις απαντήσεις που έλαβε, η μία οδήγησε στην απάντηση.
Μία οικογένεια, οι Sidebottoms από το Cornwall, είπαν για ένα φυτό που έλαβαν 20 χρόνια πριν. Η μικρή κόρη της Νορβηγίδας οικιακής βοηθού που είχαν, ταξίδεψε με την οικογένεια της στη Νορβηγία για διακοπές, όπου εκεί έλαβε ένα μικρό τέτοιο φυτό και το έφερε πίσω στη Μεγάλη Βρετανία.
Και έτσι η Πιλέα έφτασε από τη Σκανδιναβία στην Αγγλία.
Και έτσι η Πιλέα έφτασε από τη Σκανδιναβία στην Αγγλία.
Σε εκείνο το σημείο πολλοί βοτανολόγοι από τη Σκανδιναβία, επισκέφτηκαν το ‘Kew Herbarium’ και εξέτασαν είδη της Pilea peperomioides, αλλά κανένας τους δεν είχε δει τέτοιο φυτό.
Το θέμα αυτό έφτασε στον Dr Lars Kers του βοτανικού κήπου της Στοκχόλμης, όπου αντιλήφθηκε ότι το άγνωστο φυτό που είχε στο σπίτι του και που είχε λάβει από έναν συγγενή του στη Σουηδίας το 1976, ήταν μια Pilea peperomioides. Κατόπιν τούτο, οργάνωσε μία παρουσίαση του φυτού αυτού σε μία διάσημη Σουηδική τηλεοπτική εκπομπή.
Περισσότερα από 10.000 γράμματα στάλθηκαν μετά το τέλος της εκπομπής, κάνοντας εμφανές ότι το φυτό αυτό ήταν πολύ δημοφιλές στα σπίτια της Σουηδίας. Ανάμεσα σε αυτά τα γράμματα, τελικά ο σύνδεσμος με τον Agnan Espegren ήρθε στο φως.
Η πραγματική ταυτότητα της Pilea τελικά διαπιστώθηκε το 1984 όταν η πρώτη εικόνα της εμφανίσθηκε στο περιοδικό ‘Kew’.